Ο Κώδικας Οδικής Κυκλοφορίας εφαρμόζεται σε οδούς και σε χώρους που χρησιμοποιούνται για
δημόσια κυκλοφορία οχημάτων, πεζών και ζώων.
Για την εφαρμογή του παρόντος Κώδικα νοούνται ως:
Αντανακλαστικό στοιχείο: Αντικείμενο που χρησιμοποιείται για να δείχνει την παρουσία οχήματος με αντανάκλαση φωτός που δεν προέρχεται από αυτό το όχημα.
Απόβαρο κενού οχήματος: Το βάρος του οχήματος χωρίς πλήρωμα, επιβάτες ή φορτίο, αλλά με τη δεξαμενή καυσίμου γεμάτη καύσιμα, μέχρι 90% της χωρητικότητας, με ψυκτικό μέσο λιπαντικά, τα συνήθως φερόμενα εργαλεία και τον εφεδρικό τροχό.
Απόβαρο οχήματος σε ετοιμότητα λειτουργίας: Το απόβαρο του κενού οχήματος μαζί με το
βάρος του πληρώματος.
Αυτοκίνητο ή αυτοκίνητο όχημα: Το μηχανοκίνητο όχημα, το οποίο χρησιμοποιείται κυρίως για
τη μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων ή για τη ρυμούλκηση στις οδούς οχημάτων που
χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων. Ο όρος αυτός δεν περιλαμβάνει τα
οχήματα, όπως οι γεωργικοί ελκυστήρες, τα χρησιμοποιούμενα παρεμπιπτόντως μόνο για την οδική
μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων ή για ρυμούλκηση, στις οδούς, οχημάτων που χρησιμοποιούνται
για τη μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων.
Αυτοκίνητο δημοσίας χρήσης: Το αυτοκίνητο όχημα με το οποίο εκτελούνται μεταφορές
προσώπων ή πραγμάτων ή μικτές με ολική ή μερική μίσθωση ή με κόμιστρο ανά επιβάτη.
Αυτοκίνητο επιβατηγό: Το προοριζόμενο για τη μεταφορά κυρίως προσώπων αυτοκίνητο όχημα,
9 κατ’ ανώτατο όριο θέσεων μαζί με τη θέση του οδηγού.
Αυτοκίνητο ιδιωτικής χρήσης: Το αυτοκίνητο όχημα με το οποίο εκτελούνται μεταφορές προσώπων χωρίς κόμιστρο και πραγμάτων που ανήκουν στον ιδιοκτήτη ή κατόχου αυτού.
Αυτοκίνητο λεωφορείο: Το αυτοκίνητο όχημα που προορίζεται κυρίως για τη μεταφορά
προσώπων 10 και άνω θέσεων, συμπεριλαμβανομένης και της θέσης του οδηγού.
Αυτοκίνητο φορτηγό: Το αυτοκίνητο όχημα που προορίζεται κυρίως για τη μεταφορά
πραγμάτων.
Αυτοκινητοδρόμιο: Ειδικό γήπεδο ή χώρος κατάλληλα διαμορφωμένος που προορίζεται για
αγώνες ταχύτητας, δεξιοτεχνίας, επίδειξης ή αντοχής αυτοκινήτων ή μοτοσικλετών, ασκήσεις
οδήγησης και ψυχαγωγίας, καθώς επίσης και ως χώρος δοκιμών μηχανοκίνητων οχημάτων με σκοπό
τον έλεγχο της καλής λειτουργίας τους.
Αυτοκινητόδρομος Οδός ειδικής μελέτης και κατασκευής για την κυκλοφορία αυτοκινήτων
οχημάτων και μοτοσικλετών, η οποία δεν εξυπηρετεί τις συνορεύουσες με αυτήν ιδιοκτησίες και η
οποία:
α) διαθέτει, εκτός ειδικών σημείων ή προσωρινά, χωριστά οδοστρώματα για τις δύο
κατευθύνσεις της κυκλοφορίας, που διακρίνονται μεταξύ τους είτε με διαχωριστικές νησίδες είτε,
κατ’ εξαίρεση, με άλλα μέσα,
β) δεν διασταυρώνεται ισόπεδα με άλλη οδό, μονοπάτι, σιδηροδρομική ή τροχιοδρομική γραμμή
και
γ) έχει χαρακτηριστεί με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων
Έργων και έχει ειδική σήμανση με πινακίδες ως αυτοκινητόδρομος.
Δεξιά κατεύθυνση κυκλοφορίας: Η επί της οδού διπλής κατεύθυνσης κυκλοφορίας κίνηση, κατά
τρόπον ώστε στην αριστερή πλευρά του οδηγού να κινούνται οι αντίθετα ερχόμενοι.
Δημόσια κυκλοφορία: Η αόριστη και απροσδιόριστη εκ των προτέρων κυκλοφορία σε δημόσιες
ή ιδιωτικές οδούς ή χώρους πεζών, οχημάτων ή ζώων.
Διάβαση πεζών: Το τμήμα του οδοστρώματος που ορίζεται με ειδική σήμανση ή διαγράμμιση ή
σηματοδότηση για τη διέλευση των πεζών.
Διακοπή πορείας: Η σύντομη ακινησία του οχήματος για την αποφυγή εμπλοκής με άλλο όχημα,
πεζό ή ζώο που χρησιμοποιεί την οδό ή σύγκρουσης με εμπόδιο ή για συμμόρφωση με τους
κανονισμούς της κυκλοφορίας.
Διαχωριστική νησίδα: Το υπερυψωμένο ή με άλλους τρόπους οριζόμενο τμήμα οδού, το οποίο
χωρίζει λωρίδες κυκλοφορίας οχημάτων ή οδοστρώματα της αυτής ή αντίθετης κατεύθυνσης και επί
του οποίου απαγορεύεται η κυκλοφορία με εξαίρεση τη διέλευση πεζών, όπου αυτή επιτρέπεται.
Ελαφρό ρυμουλκούμενο: Το ρυμουλκούμενο επιτρεπόμενου μέγιστου βάρους μέχρι 750
χιλιόγραμμων.
Έρεισμα: Η πέραν του οδοστρώματος ακραία λωρίδα της οδού.
Ζώα: Τα κατοικίδια και σταυλοδίαιτα ζώα.
Ηλεκτροκίνητο λεωφορείο (τρόλεϊ): Το με ηλεκτροκινητήρα, αλλά όχι επί σιδηροτροχιών,
κινούμενο αυτοκίνητο λεωφορείο που τροφοδοτείται από ηλεκτροφόρο γραμμή.
Ημιρυμουλκούμενο (επικαθήμενο): Το ρυμουλκούμενο το κατασκευασμένο για σύνδεση με
ρυμουλκό όχημα κατά τρόπον ώστε τμήμα αυτού να στηρίζεται επί του ρυμουλκού, επί του οποίου
επιπίπτει μεγάλο μέρος του βάρους και του φορτίου του.
Ισόπεδος οδικός κόμβος: Κάθε ισόπεδη συμβολή, διακλάδωση ή διασταύρωση οδών,
συμπεριλαμβανομένων και των ελεύθερων χώρων που σχηματίζονται από αυτές.
Ισόπεδη σιδηροδρομική ή τροχιοδρομική διάβαση: Κάθε ισόπεδη διασταύρωση μεταξύ οδού και
σιδηροδρομικής ή τροχιοδρομικής γραμμής, η οποία έχει ίδια διαμόρφωση.
Κατοικημένη περιοχή: Η περιοχή που έχει σημανθεί με πινακίδες ως κατοικημένη στις εισόδους
και εξόδους της.
Λεωφορειόδρομος: Οδός ή τμήμα οδού αποκλειστικής κυκλοφορίας λεωφορείων.
«Λιμένας είναι ζώνη ξηράς και θάλασσας μαζί με έργα και εξοπλισμό, που επιτρέπουν κυρίως την
υποδοχή κάθε είδους πλωτών μέσων και σκαφών αναψυχής, τη φορτοεκφόρτωση, αποθήκευση,
παραλαβή και προώθηση των φορτίων τους, την εξυπηρέτηση επιβατών και οχημάτων και την
ανάπτυξη επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, που συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με τις θαλάσσιες
μεταφορές (παράγραφος 7 του άρθρου 1 του ν. 2971/2001, Α’285).»
«Λωρίδα Έκτακτης Ανάγκης (Λ.Ε.Α.): Η επί αυτοκινητοδρόμου λωρίδα που βρίσκεται μεταξύ της
ακραίας δεξιάς συνεχούς διαγράμμισης και του άκρου της οδού.»2
Λωρίδα κυκλοφορίας: Μία των κατά μήκος ζωνών στις οποίες χωρίζεται το οδόστρωμα με ή χωρίς
διαγραμμίσεις ή άλλα κατάλληλα διαχωριστικά μέσα, πλάτους επαρκούς για κυκλοφορία μια σειράς
(στοίχου) οδικών οχημάτων.
Μέγιστο επιτρεπόμενο βάρος: Το μέγιστο βάρος φορτωμένου οχήματος, το οποίο αναγράφεται
ως επιτρεπόμενο στην άδεια κυκλοφορίας του.
«Μηχάνημα Αγροτικό: Το μηχανοκίνητο όχημα που προορίζεται κυρίως για την εκτέλεση
γεωργικών εργασιών (π.χ. αγρού, δάσους, κτηνοτροφικών, κηπευτικών, ανθοκομικών
εκμεταλλεύσεων), τη μεταφορά προϊόντων ή προσώπων της αγροτικής εκμετάλλευσης του ιδιοκτήτη
του αγροτικού μηχανήματος ή τη μεταφορά εφοδίων ή εργαλείων είτε αυτοτελώς είτε με τη
λειτουργία φερόμενων ή ελκόμενων μηχανημάτων, εργαλείων, ρυμουλκών. Ο όρος αυτός
περιλαμβάνει:
α) τους γεωργικούς ελκυστήρες κάθε μορφής και
β) τις αυτοπροωθούμενες μηχανές εκτέλεσης γεωργικών εργασιών.
Στις άδειες κυκλοφορίας αναγράφονται υποχρεωτικά τα βάρη και οι διαστάσεις του αγροτικού
μηχανήματος.»3
«Μηχάνημα έργου: Το μηχανοκίνητο όχημα που προορίζεται για την κατασκευή και
συντήρηση οδικών ή άλλων τεχνικών έργων. Ο όρος αυτός περιλαμβάνει και τα οχήματα που
προορίζονται για την αποκατάσταση της κυκλοφορίας, τον καθαρισμό και τη σήμανση των
οδών. Δεν υπάγονται στην κατηγορία των μηχανημάτων έργων, θεωρούμενα ως αυτοκίνητα,
τα μηχανοκίνητα οχήματα που εκτελούν και μεταφορά επιβατών ή εμπορευμάτων επί των
οδών της χώρας, καθώς και τα οχήματα Ειδικής Χρήσης – Ειδικού Σκοπού.»4
Μικτό βάρος: Το εκάστοτε πραγματικό βάρος του οχήματος μετά του φορτίου, του πληρώματος
και των επιβατών.
Μοτοποδήλατο: Το δίτροχο ή τρίτροχο όχημα, του οποίου η μέγιστη εκ κατασκευής ταχύτητα δεν
υπερβαίνει τα 45 χιλιόμετρα την ώρα και, εάν είναι εξοπλισμένο με κινητήρα εσωτερικής καύσης, ο
κυλινδρισμός του δεν υπερβαίνει τα 50 κυβικά εκατοστά. Επίσης ως μοτοποδήλατο λογίζεται και το
ελαφρό τετράτροχο όχημα του οποίου το απόβαρο κενού οχήματος, μη συμπεριλαμβανομένου του
βάρους του καυσίμου ή του μίγματος καυσίμου – ελαίου ή των συσσωρευτών των ηλεκτρικών
οχημάτων, είναι μικρότερο των 350 χιλιογράμμων, η μέγιστη εκ κατασκευής ταχύτητα δεν
υπερβαίνει τα 45 χιλιόμετρα την ώρα και ο κυλινδρισμός του κινητήρα του δεν υπερβαίνει τα 50
κυβικά εκατοστά, προκειμένου για κινητήρα με επιβαλλόμενη ανάφλεξη ή η μέγιστη καθαρή ισχύς
τα 4 KW, προκειμένου για κινητήρες άλλου τύπου.
Μοτοσικλέτα: Κάθε δίτροχο μηχανοκίνητο όχημα με ή χωρίς καλάθι, του οποίου είτε η μέγιστη
εκ κατασκευής ταχύτητα είναι μεγαλύτερη των 45 χιλιομέτρων την ώρα είτε, εάν είναι εξοπλισμένο
με κινητήρα εσωτερικής καύσης, ο κυλινδρισμός του κινητήρα είναι μεγαλύτερος των 50 κυβικών
εκατοστών.
Νησίδα ασφαλείας: Το υπερυψωμένο τμήμα οδοστρώματος που προορίζεται είτε για καταφύγιο
των πεζών είτε για την αποβίβαση – επιβίβαση επιβατών σε συγκοινωνιακά μέσα.
Νύκτα: Η χρονική περίοδος η οποία αρχίζει μισή ώρα μετά τη δύση του ηλίου και λήγει μισή ώρα
πριν από την εντολή αυτού.
Οι διατάξεις του Κώδικα οι οποίες επιβάλλουν ειδικές υποχρεώσεις κατά τη νύκτα εφαρμόζονται
ανάλογα και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η ορατότητα είναι ανεπαρκής, λόγω ειδικών συνθηκών
(ομίχλης, χιονόπτωσης, ραγδαίας βροχής κ.λπ. ή μέσα σε σήραγγες).
Οδηγός: Πρόσωπο το οποίο οδηγεί κάθε είδους όχημα ή ζώα μεμονωμένα ή σε αγέλες και ποίμνια
ή ζώα όταν χρησιμοποιούνται για έλξη, για τη μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων ή ίππευση.
«Αυτοκίνητο δημοσίας χρήσης»: Το αυτοκίνητο όχημα με το οποίο εκτελούνται μεταφορές
προσώπων ή πραγμάτων ή μικτές με ολική ή μερική μίσθωση ή με κόμιστρο ανά επιβάτη.
«Αυτοκίνητο επιβατηγό»: Το προοριζόμενο για τη μεταφορά κυρίως προσώπων αυτοκίνητο
όχημα, 9 κατ’ ανώτατο όριο θέσεων μαζί με τη θέση του οδηγού.
«Αυτοκίνητο ιδιωτικής χρήσης»: Το αυτοκίνητο όχημα με το οποίο εκτελούνται μεταφορές
προσώπων χωρίς κόμιστρο και πραγμάτων που ανήκουν στον ιδιοκτήτη ή κατόχου αυτού.
«Αυτοκίνητο λεωφορείο»: Το αυτοκίνητο όχημα που προορίζεται κυρίως για τη μεταφορά
προσώπων 10 και άνω θέσεων, συμπεριλαμβανομένης και της θέσης του οδηγού.
«Αυτοκίνητο φορτηγό»: Το αυτοκίνητο όχημα που προορίζεται κυρίως για τη μεταφορά
πραγμάτων.
«Αυτοκινητοδρόμιο»: Ειδικό γήπεδο ή χώρος κατάλληλα διαμορφωμένος που προορίζεται για
αγώνες ταχύτητας, δεξιοτεχνίας, επίδειξης ή αντοχής αυτοκινήτων ή μοτοσικλετών, ασκήσεις
οδήγησης και ψυχαγωγίας, καθώς επίσης και ως χώρος δοκιμών μηχανοκίνητων οχημάτων με σκοπό
τον έλεγχο της καλής λειτουργίας τους.
«Αυτοκινητόδρομος» Οδός ειδικής μελέτης και κατασκευής για την κυκλοφορία αυτοκινήτων
οχημάτων και μοτοσικλετών, η οποία δεν εξυπηρετεί τις συνορεύουσες με αυτήν ιδιοκτησίες και η
οποία:
α) διαθέτει, εκτός ειδικών σημείων ή προσωρινά, χωριστά οδοστρώματα για τις δύο
κατευθύνσεις της κυκλοφορίας, που διακρίνονται μεταξύ τους είτε με διαχωριστικές νησίδες είτε,
κατ’ εξαίρεση, με άλλα μέσα,
β) δεν διασταυρώνεται ισόπεδα με άλλη οδό, μονοπάτι, σιδηροδρομική ή τροχιοδρομική γραμμή
και
γ) έχει χαρακτηριστεί με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων
Έργων και έχει ειδική σήμανση με πινακίδες ως αυτοκινητόδρομος.
«Δεξιά κατεύθυνση κυκλοφορίας: Η επί της οδού διπλής κατεύθυνσης κυκλοφορίας κίνηση, κατά
τρόπον ώστε στην αριστερή πλευρά του οδηγού να κινούνται οι αντίθετα ερχόμενοι.
«Δημόσια κυκλοφορία: Η αόριστη και απροσδιόριστη εκ των προτέρων κυκλοφορία σε δημόσιες
ή ιδιωτικές οδούς ή χώρους πεζών, οχημάτων ή ζώων.
«Διάβαση πεζών»: Το τμήμα του οδοστρώματος που ορίζεται με ειδική σήμανση ή διαγράμμιση
ή σηματοδότηση για τη διέλευση των πεζών.
«Διακοπή πορείας»: Η σύντομη ακινησία του οχήματος για την αποφυγή εμπλοκής με άλλο
όχημα, πεζό ή ζώο που χρησιμοποιεί την οδό ή σύγκρουσης με εμπόδιο ή για συμμόρφωση με τους
κανονισμούς της κυκλοφορίας.
«Διαχωριστική νησίδα»: Το υπερυψωμένο ή με άλλους τρόπους οριζόμενο τμήμα οδού, το οποίο
χωρίζει λωρίδες κυκλοφορίας οχημάτων ή οδοστρώματα της αυτής ή αντίθετης κατεύθυνσης και επί
του οποίου απαγορεύεται η κυκλοφορία με εξαίρεση τη διέλευση πεζών, όπου αυτή επιτρέπεται.
«Ελαφρύ προσωπικό ηλεκτρικό όχημα (Ε.Π.Η.Ο.)»: Το όχημα που κινείται με ηλεκτροκινητήρα
και δεν υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής του Κανονισμού 858/2018/ΕΕ, του Κανονισμού 168/2013/ΕΕ,
της Οδηγίας 2009/48/ΕΚ και της Οδηγίας 2007/46/ΕΚ. Στα οχήματα αυτά υπάγονται τα κινούμενα με
ηλεκτροκινητήρα:
α) πατίνια (e-scooters),
β) τροχοπέδιλα (rollers) και τροχοσανίδες (skateboards),
γ) αυτοεξισορροπούμενα προσωπικά οχήματα δηλαδή μηχανοκίνητα μονόκυκλα οχήματα ή
μηχανοκίνητα δίκυκλα οχήματα διπλής τροχιάς, που βασίζονται σε εγγενή ασταθή ισορροπία και
χρειάζονται βοηθητικό σύστημα ελέγχου για να διατηρούν την ισορροπία τους,
δ) Ε.Π.Η.Ο. που δεν υπάγονται σε κάποια κατηγορία εκ των ανωτέρω, στα οποία
συμπεριλαμβάνονται ηλεκτροκίνητα αμαξίδια ατόμων με αναπηρία, ενισχυμένα και απλά, scooters
και handbikes ατόμων με αναπηρία. Τα Ε.Π.Η.Ο. διακρίνονται ανάλογα με την ταχύτητα κατασκευής
σε:
αα) οχήματα των οποίων η μέγιστη σχεδιαστική ταχύτητα δεν υπερβαίνει τα 6 χλμ./ώρα. Αυτά τα
οχήματα θεωρούνται και κυκλοφορούν ως πεζοί,
αβ) οχήματα των οποίων η μέγιστη σχεδιαστική ταχύτητα υπερβαίνει τα 6 χλμ./ώρα, αλλά δεν
υπερβαίνει τα 25 χλμ./ώρα. Θεωρούνται και κυκλοφορούν ως ποδήλατα, τηρουμένων των κανόνων
σήμανσης και σηματοδότησης και των απαιτήσεων των ποδηλάτων, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά
στα επιμέρους άρθρα.
«Ελαφρό ρυμουλκούμενο»: Το ρυμουλκούμενο επιτρεπόμενου μέγιστου βάρους μέχρι 750
χιλιόγραμμων.
«Έρεισμα»: Η πέραν του οδοστρώματος ακραία λωρίδα της οδού.
«Ζώα»: Τα κατοικίδια και σταυλοδίαιτα ζώα.
«Ηλεκτροκίνητο λεωφορείο (τρόλεϊ)»: Το με ηλεκτροκινητήρα, αλλά όχι επί σιδηροτροχιών,
κινούμενο αυτοκίνητο λεωφορείο που τροφοδοτείται από ηλεκτροφόρο γραμμή.
«Ημιρυμουλκούμενο (επικαθήμενο)»: Το ρυμουλκούμενο το κατασκευασμένο για σύνδεση με
ρυμουλκό όχημα κατά τρόπον ώστε τμήμα αυτού να στηρίζεται επί του ρυμουλκού, επί του οποίου
επιπίπτει μεγάλο μέρος του βάρους και του φορτίου του.
«Ισόπεδος οδικός κόμβος»: Κάθε ισόπεδη συμβολή, διακλάδωση ή διασταύρωση οδών,
συμπεριλαμβανομένων και των ελεύθερων χώρων που σχηματίζονται από αυτές.
«Ισόπεδη σιδηροδρομική ή τροχιοδρομική διάβαση»: Κάθε ισόπεδη διασταύρωση μεταξύ οδού
και σιδηροδρομικής ή τροχιοδρομικής γραμμής, η οποία έχει ίδια διαμόρφωση.
«Κατοικημένη περιοχή»: Η περιοχή που έχει σημανθεί με πινακίδες ως κατοικημένη στις
εισόδους και εξόδους της.
«Λεωφορειόδρομος»: Οδός ή τμήμα οδού αποκλειστικής κυκλοφορίας λεωφορείων.
«Λιμένας» είναι ζώνη ξηράς και θάλασσας μαζί με έργα και εξοπλισμό, που επιτρέπουν κυρίως
την υποδοχή κάθε είδους πλωτών μέσων και σκαφών αναψυχής, τη φορτοεκφόρτωση, αποθήκευση,
παραλαβή και προώθηση των φορτίων τους, την εξυπηρέτηση επιβατών και οχημάτων και την
ανάπτυξη επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, που συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με τις θαλάσσιες
μεταφορές (παράγραφος 7 του άρθρου 1 του ν. 2971/2001, Α’285).
«Λωρίδα Έκτακτης Ανάγκης (Λ.Ε.Α.): Η επί αυτοκινητοδρόμου λωρίδα που βρίσκεται μεταξύ της
ακραίας δεξιάς συνεχούς διαγράμμισης και του άκρου της οδού.
«Λωρίδα κυκλοφορίας»: Μία των κατά μήκος ζωνών στις οποίες χωρίζεται το οδόστρωμα με ή
χωρίς διαγραμμίσεις ή άλλα κατάλληλα διαχωριστικά μέσα, πλάτους επαρκούς για κυκλοφορία μια
σειράς (στοίχου) οδικών οχημάτων.
«Μέγιστο επιτρεπόμενο βάρος»: Το μέγιστο βάρος φορτωμένου οχήματος, το οποίο
αναγράφεται ως επιτρεπόμενο στην άδεια κυκλοφορίας του.
«Μηχάνημα Αγροτικό»: Το μηχανοκίνητο όχημα που προορίζεται κυρίως για την εκτέλεση
γεωργικών εργασιών (π.χ. αγρού, δάσους, κτηνοτροφικών, κηπευτικών, ανθοκομικών
εκμεταλλεύσεων), τη μεταφορά προϊόντων ή προσώπων της αγροτικής εκμετάλλευσης του ιδιοκτήτη
του αγροτικού μηχανήματος ή τη μεταφορά εφοδίων ή εργαλείων είτε αυτοτελώς είτε με τη
λειτουργία φερόμενων ή ελκόμενων μηχανημάτων, εργαλείων, ρυμουλκών. Ο όρος αυτός
περιλαμβάνει:
α) τους γεωργικούς ελκυστήρες κάθε μορφής και
β) τις αυτοπροωθούμενες μηχανές εκτέλεσης γεωργικών εργασιών.
Στις άδειες κυκλοφορίας αναγράφονται υποχρεωτικά τα βάρη και οι διαστάσεις του αγροτικού
μηχανήματος.»
«Μηχάνημα έργου»: Το μηχανοκίνητο όχημα που προορίζεται για την κατασκευή και συντήρηση
οδικών ή άλλων τεχνικών έργων. Ο όρος αυτός περιλαμβάνει και τα οχήματα που προορίζονται για
την αποκατάσταση της κυκλοφορίας, τον καθαρισμό και τη σήμανση των
οδών. Δεν υπάγονται στην κατηγορία των μηχανημάτων έργων, θεωρούμενα ως αυτοκίνητα,
τα μηχανοκίνητα οχήματα που εκτελούν και μεταφορά επιβατών ή εμπορευμάτων επί των
οδών της χώρας, καθώς και τα οχήματα Ειδικής Χρήσης – Ειδικού Σκοπού.»4
Μικτό βάρος: Το εκάστοτε πραγματικό βάρος του οχήματος μετά του φορτίου, του πληρώματος
και των επιβατών.
Μοτοποδήλατο: Το δίτροχο ή τρίτροχο όχημα, του οποίου η μέγιστη εκ κατασκευής ταχύτητα δεν
υπερβαίνει τα 45 χιλιόμετρα την ώρα και, εάν είναι εξοπλισμένο με κινητήρα εσωτερικής καύσης, ο
κυλινδρισμός του δεν υπερβαίνει τα 50 κυβικά εκατοστά. Επίσης ως μοτοποδήλατο λογίζεται και το
ελαφρό τετράτροχο όχημα του οποίου το απόβαρο κενού οχήματος, μη συμπεριλαμβανομένου του
βάρους του καυσίμου ή του μίγματος καυσίμου – ελαίου ή των συσσωρευτών των ηλεκτρικών
οχημάτων, είναι μικρότερο των 350 χιλιογράμμων, η μέγιστη εκ κατασκευής ταχύτητα δεν
υπερβαίνει τα 45 χιλιόμετρα την ώρα και ο κυλινδρισμός του κινητήρα του δεν υπερβαίνει τα 50
κυβικά εκατοστά, προκειμένου για κινητήρα με επιβαλλόμενη ανάφλεξη ή η μέγιστη καθαρή ισχύς
τα 4 KW, προκειμένου για κινητήρες άλλου τύπου.
Μοτοσικλέτα: Κάθε δίτροχο μηχανοκίνητο όχημα με ή χωρίς καλάθι, του οποίου είτε η μέγιστη
εκ κατασκευής ταχύτητα είναι μεγαλύτερη των 45 χιλιομέτρων την ώρα είτε, εάν είναι εξοπλισμένο
με κινητήρα εσωτερικής καύσης, ο κυλινδρισμός του κινητήρα είναι μεγαλύτερος των 50 κυβικών
εκατοστών.
Νησίδα ασφαλείας: Το υπερυψωμένο τμήμα οδοστρώματος που προορίζεται είτε για καταφύγιο
των πεζών είτε για την αποβίβαση – επιβίβαση επιβατών σε συγκοινωνιακά μέσα.
Νύκτα: Η χρονική περίοδος η οποία αρχίζει μισή ώρα μετά τη δύση του ηλίου και λήγει μισή ώρα
πριν από την εντολή αυτού.
Οι διατάξεις του Κώδικα οι οποίες επιβάλλουν ειδικές υποχρεώσεις κατά τη νύκτα εφαρμόζονται
ανάλογα και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η ορατότητα είναι ανεπαρκής, λόγω ειδικών συνθηκών
(ομίχλης, χιονόπτωσης, ραγδαίας βροχής κ.λπ. ή μέσα σε σήραγγες).
Οδηγός: Πρόσωπο το οποίο οδηγεί κάθε είδους όχημα ή ζώα μεμονωμένα ή σε αγέλες και ποίμνια
ή ζώα όταν χρησιμοποιούνται για έλξη, για τη μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων ή ίππευση.
Οδός: Ολόκληρη η επιφάνεια που προορίζεται για τη δημόσια κυκλοφορία.
Οδός εξυπηρέτησης παροδίων: Οδός η οποία χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την εξυπηρέτηση
των παροδίων ιδιοκτησιών.
Οδός προτεραιότητας: Οδός ειδικά χαρακτηρισμένη και σημασμένη όπου η κυκλοφορία των
οδικών οχημάτων σε αυτήν, έχει προτεραιότητα έναντι των εισερχόμενων σε αυτήν από άλλες οδούς.
Οδός ταχείας κυκλοφορίας: Οδός ειδικής μελέτης και κατασκευής για την κυκλοφορία
αυτοκινήτων οχημάτων και μοτοσικλετών, η οποία δεν εξυπηρετεί τις συνορεύουσες με αυτήν
ιδιοκτησίες παρά μόνο με παράπλευρες βοηθητικές οδούς και κόμβους και η οποία:
α) συνδέεται μόνο με ειδικής διάταξης ισόπεδους ή ανισόπεδους κόμβους με το υπόλοιπο κύριο
οδικό δίκτυο,
β) δεν διασταυρώνεται ισόπεδα με άλλη οδό, μονοπάτι, σιδηροδρομική ή τροχιοδρομική γραμμή
και
γ) έχει χαρακτηριστεί με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων
Έργων και έχει ειδική σήμανση με πινακίδες ως οδός ταχείας κυκλοφορίας.
Οδόστρωμα: Το τμήμα της οδού που προορίζεται για την κυκλοφορία των οχημάτων.
Οριογραμμή οδοστρώματος: Η γραμμή η οποία ορίζει το τέλος του οδοστρώματος. Επί
οδοστρωμάτων στα οποία υπάρχουν μία ή περισσότερες ακραίες λωρίδες κυκλοφορίας ή ζώνες για
τη χρήση ορισμένων κατηγοριών οχημάτων, πεζών ή ζώων, οριογραμμή οδοστρώματος είναι, για
τους λοιπούς που χρησιμοποιούν την οδό, το τέλος του οδοστρώματος που απομένει.
Όχημα αρθρωτό: Ο συνδυασμός οχημάτων που περιλαμβάνει ένα ρυμουλκό όχημα και ένα
ημιρυμουλκούμενο (επικαθήμενο) συνδεδεμένο με αυτό.
«Όχημα Ειδικής Χρήσης – Ειδικού Σκοπού: Το αυτοκίνητο ή ρυμουλκούμενο όχημα που διαθέτει
ειδικά τεχνικά χαρακτηριστικά που του επιτρέπουν την εκτέλεση λειτουργίας που απαιτεί ειδικές
διαρρυθμίσεις και /ή εξοπλισμό.»5
Όχημα ζωήλατο: Το όχημα με τροχούς που σύρεται από ζώα.
Όχημα Κάρτ: Το μικρό τετράτροχο όχημα, με ή χωρίς αμάξωμα, με τέσσερις μη
ευθυγραμμισμένους τροχούς που ακουμπούν συνέχεια στο έδαφος, οι δύο από τους οποίους
εξασφαλίζουν την οδήγηση και οι άλλοι δυο την πρόωση (κίνηση). Τα κύρια μέρη του είναι: το
πλαίσιο ή σασί, το αμάξωμα, τα ελαστικά και ο κινητήρας.
Όχημα οδικό: Το μεταφορικό η άλλων χρήσεων μέσο που κινείται στις οδούς και στους χώρους
του άρθρου 1 και οδηγείται από πρόσωπο, με εξαίρεση των μέσων που χρησιμοποιούνται για τη
μεταφορά βρεφών και «Ατόμων με Αναπηρίες (ΑμεΑ).»6
Δεν θεωρούνται ως οδικά οχήματα αυτά που κινούνται επί σιδηροτροχιών, για τα οποία όμως
εφαρμόζονται κανόνες κυκλοφορίας του Κώδικα.
Όχημα μηχανοκίνητο: Το αυτοπροωθούμενο οδικό όχημα, πλην των μοτοποδηλάτων.
Όχημα χειροκίνητο: Το όχημα που ωθείται ή σύρεται με τα χέρια.
Παραχώρηση προτεραιότητας: Η υποχρέωση οδηγού οχήματος, να μη συνεχίσει ή επαναλάβει
την κίνηση ή τους ελιγμούς του, εάν, ενεργώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο, μπορεί να υποχρεώσει τους
οδηγούς άλλων οχημάτων να μεταβάλλουν απότομα την κατεύθυνση ή την ταχύτητα των οχημάτων
τους.
Πεζοδρόμιο: Το υπερυψωμένο ή άλλως διαχωριζόμενο τμήμα της οδού που προορίζεται για
πεζούς.
Πεζόδρομος: Οδός η οποία χρησιμοποιείται αποκλειστικά από τους πεζούς και για είσοδο – έξοδο
οχημάτων προς και από ιδιωτικούς χώρους στάθμευσης, παρόδιων ιδιοκτησιών ως και για οχήματα
εφοδιασμού ή έκτακτης ανάγκης.
Περιοχή ήπιας κυκλοφορίας: Περιοχή κατοικίας, που έχει χαρακτηρισθεί και σημανθεί ως
περιοχή ήπιας κυκλοφορίας.
«Ποδήλατο Το όχημα δύο τουλάχιστον τροχών το οποίο κινείται με τη μυϊκή δύναμη εκείνων που
επιβαίνουν και μπορεί να υποβοηθείται με βοηθητικό ηλεκτροκινητήρα μέγιστης συνεχούς
ονομαστικής ισχύος 0,25 KW και η ισχύς του οποίου μειώνεται σταδιακά και τελικά μηδενίζεται όταν
η ταχύτητα του οχήματος φθάσει τα 25 χλμ/ώρα ή νωρίτερα, εάν σταματήσει η ποδηλάτηση.» 7
Ποδηλατοδρόμος: Οδός ή τμήμα οδού αποκλειστικής κυκλοφορίας ποδηλάτων.
Ρυμουλκό: Το μηχανοκίνητο όχημα που χρησιμοποιείται μόνο για την έλξη άλλων οχημάτων.
«Ρυμουλκούμενο: Το όχημα που στερείται ιδίας κινητήριας δύναμης και είναι κατασκευασμένο
κατά τρόπο ώστε να έλκεται από άλλο μηχανοκίνητο όχημα. Στην κατηγορία των οχημάτων αυτών
περιλαμβάνονται και τα ημιρυμουλκούμενα. Στα ρυμουλκούμενα δεν περιλαμβάνεται τροχοφόρος
εξοπλισμός για τη μεταφορά φορτίου που έλκεται ή ρυμουλκείται με τη χρήση ειδικού εξοπλισμού
αποκλειστικά εντός κλειστού χώρου, και αποτελείται από άκαμπτο οριζόντιο επίπεδο αμάξωμα επί
συμπαγών τροχών μικρής διαμέτρου χωρίς αεροθάλαμο.»8
Στάθμευση: Η ακινησία του οχήματος για οποιοδήποτε λόγο, πλην της ανάγκης αποφυγής
εμπλοκής του με άλλο όχημα που χρησιμοποιεί την οδό ή σύγκρουσης με εμπόδιο ή για τη
συμμόρφωσή του με τους κανονισμούς κυκλοφορίας, εφόσον η χρονική περίοδος ακινητοποίησης
του οχήματος δεν περιορίζεται στον απαιτούμενο χρόνο για την επιβίβαση ή αποβίβαση επιβατών ή
φόρτωση ή εκφόρτωση πραγμάτων.
Στάση: Η ακινησία του οχήματος επί χρόνο απαιτούμενο για την επιβίβαση ή αποβίβαση
επιβατών ή φόρτωση ή εκφόρτωση πραγμάτων.
Συνδυασμός οχημάτων (συρμός): Τα οχήματα που είναι συνδεδεμένα και κινούνται ως μία
μονάδα.
«Τουριστικός λιμένας σκαφών αναψυχής (Μαρίνα) είναι ο χερσαίος και θαλάσσιος χώρος που
προορίζεται κατά κύριο λόγο, για την εξυπηρέτηση σκαφών αναψυχής, είτε για αγκυροβόλημα, είτε
για μακροχρόνια ή παροδική χερσαία εναπόθεση, είτε για εξυπηρέτηση των διερχόμενων σκαφών
(παράγραφος 1 του άρθρου 29 του ν. 2160/1993, Α’ 118).»9
Τρίτροχο όχημα: Το μηχανοκίνητο όχημα με τρεις συμμετρικούς τροχούς, του οποίου είτε η
μέγιστη εκ κατασκευής ταχύτητα είναι μεγαλύτερη των 45 χιλιομέτρων την ώρα είτε ο κυλινδρισμός
του κινητήρα του είναι μεγαλύτερος των 50 κυβικών εκατοστών, εάν είναι εξοπλισμένο με κινητήρα
εσωτερικής καύσης. Επίσης ως τρίτροχο όχημα λογίζεται και το τετράτροχο όχημα, εκτός των
ελαφρών τετράτροχων οχημάτων της κατηγορίας των μοτοποδηλάτων, του οποίο το απόβαρο κενού
οχήματος, μη συμπεριλαμβανομένου του βάρους του καυσίμου ή του μίγματος καυσίμου – ελαίου
ή των συσσωρευτών των ηλεκτρικών οχημάτων, δεν υπερβαίνει τα 400 χιλιόγραμμα, όταν το όχημα
προορίζεται για επιβατικές μεταφορές ή τα 550 χιλιόγραμμα, όταν προορίζεται για μεταφορές
εμπορευμάτων και του οποίου η μέγιστη καθαρή ισχύς δεν υπερβαίνει τα 15 KW.
Τροχιόδρομος: Όχημα που κινείται επί σιδηροτροχιών κατά μήκος των οδών με ηλεκτροκινητήρα
που τροφοδοτείται από ηλεκτροφόρο γραμμή και προορίζεται για τη μεταφορά προσώπων ή και
πραγμάτων.
Φώτα δείκτη κατεύθυνσης (φλας): Τα φώτα του οχήματος που χρησιμοποιούνται για να
προειδοποιούν τους λοιπούς χρήστες της οδού ότι ο οδηγός πρόκειται να αλλάξει κατεύθυνση προς
τα δεξιά ή προς τα αριστερά.
Φώτα διασταύρωσης (μεσαία): Τα φώτα του οχήματος που χρησιμοποιούνται για το φωτισμό
της οδού μπροστά από το όχημα και τα οποία δεν προκαλούν θάμβωση ή δυσχέρεια στους οδηγούς
που έρχονται αντίθετα και στους λοιπούς χρήστες της οδού.
Φώτα έκτακτης ανάγκης (σύστημα φωτεινού συναγερμού): Τα φώτα του οχήματος που
αναβοσβήνουν και χρησιμοποιούνται όταν το όχημα έχει ακινητοποιηθεί και δημιουργείται κίνδυνος
για τους τρίτους από την ακινησία του οχήματος.
Φώτα θέσης μπροστά (μικρά): Τα φώτα του οχήματος που χρησιμοποιούνται για να διακρίνεται
αυτό και το πλάτος του από μπροστά.
Φώτα θέσης πίσω (μικρά): Τα φώτα του οχήματος που χρησιμοποιούνται για να διακρίνεται αυτό
και το πλάτος του από πίσω.
Φώτα στάθμευσης: Τα φώτα που χρησιμοποιούνται για να δεικνύουν την παρουσία
σταθμευμένου οχήματος. Αυτά μπορούν να αντικατασταθούν τα εμπρόσθια και τα οπίσθια φώτα
θέσης .
Φώτα ομίχλης: Τα φώτα του οχήματος που χρησιμοποιούνται για τη βελτίωση του φωτισμού της
οδού σε περιπτώσεις ομίχλης, χιονόπτωσης, ραγδαίων βροχών, νεφών, καπνού ή κονιορτού.
Φώτα οπισθοπορείας: Τα φώτα του οχήματος που χρησιμοποιούνται για το φωτισμό της οδού
πίσω από το όχημα και τα οποία προειδοποιούν ότι το όχημα θα κινηθεί ή κινείται προς τα πίσω.
Φώτα τροχοπέδησης (φρενών): Τα φώτα του οχήματος που χρησιμοποιούνται για να ειδοποιούν
αυτούς που κινούνται πίσω από το όχημα ότι ο οδηγός τροχοπεδεί (φρενάρει).
Φώτα πορείας (μεγάλα): Τα φώτα του οχήματος που χρησιμοποιούνται για φωτισμό της οδού σε
μεγάλη απόσταση μπροστά του.
Φώτα όγκου: Τα φώτα που τοποθετούνται σε ορισμένα οχήματα με κινητήρα και ορισμένα
ρυμουλκούμενα κοντά στο ακρότατο σημείο του πλάτους και όσο πιο κοντά στο υψηλότερο σημείο
του οχήματος και που χρησιμοποιούνται για να διακρίνεται με ευκρίνεια ο όγκος αυτού.
Φώτα πλευρικά: Τα φώτα που τοποθετούνται επί των πλευρών του οχήματος για να δεικνύουν
την παρουσία του από το πλάι.
Φώτα ειδικά: Τα φώτα που χρησιμοποιούνται για επισήμανση είτε οχήματος που έχει
προτεραιότητα είτε οχήματος ή ομάδας οχημάτων, η παρουσία των οποίων επί της οδού επιβάλλει
στους λοιπούς χρήστες των οδών να λαμβάνουν ιδιαίτερες προφυλάξεις και ειδικότερα για
επισήμανση φαλαγγών οχημάτων, υπερμεγεθών οχημάτων, καθώς και οχημάτων εξοπλισμού
κατασκευών ή συντήρησης οδών.
Φωτιστική διάταξη οπίσθιας πινακίδας κυκλοφορίας: Η διάταξη που επιτρέπει να εξασφαλίζεται
ο φωτισμός του χώρου που προορίζεται για την οπίσθια πινακίδα κυκλοφορίας και που μπορεί να
αποτελείται από διάφορα οπτικά στοιχεία.
Φώτα ημέρας: Τα φώτα που χρησιμοποιούνται κατά τη διάρκεια της ημέρας για να καθιστούν
ένα όχημα περισσότερο ορατό από μπροστά, όταν το όχημα είναι εν κινήσει.
Φωτιστική επιφάνεια: Προκειμένου για φώτα, η ορατή επιφάνεια από την οποία προέρχεται το
φως, προκειμένου δε για αντανακλαστικά στοιχεία, η ορατή επιφάνεια εκ της οποίας αντανακλάται
το φως.
Θεωρούνται ως πεζοί τα πρόσωπα που σπρώχνουν ή σύρουν:
α) βρεφικά οχήματα,
β) καθίσματα ασθενών ή «Ατόμων με Αναπηρίες (ΑμεΑ)»10
,
«γ) οποιοδήποτε μικρό όχημα χωρίς κινητήρα ή δίκυκλο ή τρίκυκλο όχημα με κινητήρα, ο οποίος
δεν είναι σε λειτουργία»11
,
δ) ποδήλατο.
Επίσης τα πρόσωπα που κινούνται σε τροχήλατα καθίσματα με ταχύτητα πεζού ή με τροχοπέδιλα
(πατίνια).
Ένας πραγματογνώμονας μπορεί να βοηθήσει στην αποκάλυψη των αιτιών ενός τροχαίου ατυχήματος μέσω των παρακάτω τρόπων:
- Εξέταση του τόπου του ατυχήματος: Ο πραγματογνώμονας μπορεί να επισκεφθεί τον τόπο του ατυχήματος για να συλλέξει στοιχεία και να εξετάσει τη φυσική κατάσταση του χώρου. Αυτό περιλαμβάνει την εξέταση των δρόμων, των πινακίδων οδικής κυκλοφορίας, των φωτεινών σημάτων και άλλων στοιχείων που μπορεί να έχουν σχέση με το ατύχημα.
- Μαρτυρίες και καταθέσεις: Ο πραγματογνώμονας μπορεί να συνομιλήσει με τους οδηγούς, τους μάρτυρες και τους εμπλεκόμενους στο ατύχημα για να συγκεντρώσει πληροφορίες σχετικά με τις συνθήκες πριν, κατά τη διάρκεια και μετά το ατύχημα. Οι μαρτυρίες αυτές μπορούν να παράσχουν σημαντικές πληροφορίες για την αιτία του ατυχήματος.
- Τεχνική ανάλυση: Ο πραγματογνώμονας μπορεί να χρησιμοποιήσει τεχνικές ανάλυσης για να αξιολογήσει τα στοιχεία του ατυχήματος. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει τη χρήση αναλυτικών μοντέλων, την εξέταση των δεδομένων των οχημάτων, την ανάλυση της φυσικής δυναμικής του ατυχήματος και άλλων τεχνικών μεθόδων για την κατανόηση του πώς συνέβη το ατύχημα.
- Εκτίμηση των παραγόντων ασφάλειας: Με βάση τις πληροφορίες που συλλέγονται, ο πραγματογνώμονας μπορεί να αξιολογήσει τους παράγοντες ασφάλειας που συνέβαλαν στο ατύχημα, όπως η ταχύτητα, η οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ ή ναρκωτικών ουσιών, η απόσταση ασφαλείας και άλλοι παράγοντες που ενδέχεται να επηρεάζουν την ασφάλεια στο οδόστρωμα.
Οι πραγματογνώμονες τροχαίων ατυχημάτων συνδυάζουν την εμπειρία τους, την εκπαίδευσή τους και τις τεχνικές μεθόδους για να προσεγγίσουν ολοκληρωμένα την ανάλυση των τροχαίων ατυχημάτων και να αποκαλύψουν τις αιτίες πίσω από αυτά. Η συνεισφορά τους είναι σημαντική για την κατανόηση των ατυχημάτων και την εφαρμογή μέτρων πρόληψης που θα βελτιώσουν την οδική ασφάλεια.
Η πραγματογνωμοσύνη τροχαίων ατυχημάτων αναφέρεται στην ειδίκευση, τη γνώση και την εμπειρία που διαθέτει ένα άτομο ή μια ομάδα στον τομέα της ανάλυσης τροχαίων ατυχημάτων. Οι πραγματογνώμονες τροχαίων ατυχημάτων αποκτούν την πραγματογνωμοσύνη αυτή μέσω εκπαίδευσης, εμπειρίας και μελέτης στον τομέα των τροχαίων ατυχημάτων.
Η σημασία της πραγματογνωμοσύνης τροχαίων ατυχημάτων είναι πολύ σημαντική και απορρέει από τα εξής:
- Ανάλυση των αιτιών: Οι πραγματογνώμονες τροχαίων ατυχημάτων μπορούν να αναλύσουν τα ατυχήματα, να εξετάσουν τις συνθήκες που τα προκάλεσαν και να προσδιορίσουν τις αιτίες τους. Αυτή η ανάλυση είναι σημαντική για την κατανόηση των παραγόντων που συμβάλλουν στα τροχαία ατυχήματα και για τη λήψη μέτρων πρόληψης.
- Ασφαλιστικά θέματα: Οι πραγματογνώμονες τροχαίων ατυχημάτων μπορούν να παρέχουν εμπειρογνωμοσύνη στις ασφαλιστικές εταιρείες για την αξιολόγηση των ζημιών και των αποζημιώσεων που σχετίζονται με τα τροχαία ατυχήματα.
- Νομικές διαδικασίες: Οι πραγματογνώμονες τροχαίων ατυχημάτων μπορούν να παρέχουν εμπειρογνωμοσύνη ως μάρτυρες σε δικαστικές διαδικασίες που σχετίζονται με τροχαία ατυχήματα. Η πραγματογνωμοσύνη τους βοηθά να παρέχουν ανεξάρτητες και αξιόπιστες απόψεις για τα ατυχήματα.
- Βελτίωση της οδικής ασφάλειας: Μέσω της ανάλυσης τροχαίων ατυχημάτων, οι πραγματογνώμονες μπορούν να προτείνουν μέτρα και πρακτικές για τη βελτίωση της οδικής ασφάλειας. Η πραγματογνωμοσύνη τους είναι κρίσιμη για την ανάπτυξη πολιτικών και προγραμμάτων που αποσκοπούν στη μείωση των τροχαίων ατυχημάτων.
Συνολικά, η πραγματογνωμοσύνη τροχαίων ατυχημάτων συμβάλλει στην κατανόηση, την πρόληψη και την αντιμετώπιση των τροχαίων ατυχημάτων, με στόχο την προστασία της ανθρώπινης ζωής και της οδικής ασφάλειας.
Ο πραγματογνώμονας τροχαίων ατυχημάτων είναι ένας ειδικός στον τομέα της ανάλυσης τροχαίων ατυχημάτων. Ο ρόλος του είναι να μελετά και να αναλύει τα τροχαία ατυχήματα προκειμένου να κατανοήσει τις αιτίες και τις συνθήκες που οδήγησαν στο ατύχημα. Οι πραγματογνώμονες τροχαίων ατυχημάτων εφαρμόζουν επιστημονικές μεθόδους και τεχνικές για να συλλέξουν και να αναλύσουν δεδομένα, να εξετάσουν τις καταστάσεις στον τόπο του ατυχήματος, να εκτιμήσουν την ταχύτητα και τη δυναμική των οχημάτων, και να παράγουν αναφορές και συμπεράσματα για το τι συνέβη. Οι πραγματογνώμονες τροχαίων ατυχημάτων συνήθως είναι εκπαιδευμένοι σε διάφορους τομείς όπως η μηχανική, η φυσική, η ανθρωπολογία και η νομοθεσία. Χρησιμοποιούν εξειδικευμένο εξοπλισμό και λογισμικό για να βοηθήσουν στην ανάλυση των ατυχημάτων. Οι εκθέσεις και οι αναφορές που παράγουν μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε δικαστικές διαδικασίες, από τις ασφαλιστικές εταιρείες, από τις αρχές και από άλλους ενδιαφερόμενους φορείς για να κατανοήσουν τα αίτια των τροχαίων ατυχημάτων και να λάβουν μέτρα για τη βελτίωση της οδικής ασφάλειας.